Δημοσιεύουμε πέντε παραδοσιακά δημοτικά τραγούδια, τέσσερα από τα Γρεβενά και ένα από την ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, τα οποία η Παραδοσιακή Χορωδία θα τα τραγουδήσει σε εκδήλωση που θα πραγματοποιήσει ο Σύνδεσμος με θέμα: «Το αρματολίκι των Γρεβενών και η Επανάσταση του 1821»
Του Στέργιου Πουρνάρα
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΟΤΣΚΑΣ
Περιοχή : Μικρολίβαδο
Ο Γιώργος Τότσκας πολεμάει
Στη ράχη στο Περιβόλι,
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ
Πέφτουν τουφέκια σαν βροχή
Κι οβίδες σαν χαλάζι,
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ
Κι ο καπετάνιος φώναζε,
Ν’ από ψηλή ραχούλα,
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ
Πάψε Γιωργή μ’ τον πόλεμο,
Πάψε και τα τουφέκια
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ
Μα μετρηθεί τ’ ασκέρι μου
Να ιδούμε πόσοι λείπουν
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ
Μετριούνται οι Τούρκοι τρεις φορές
Και λείπουν τρεις χιλιάδες
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ
Μετριούνται τα ελληνόπουλα
Και λείπουν τρεις νομάτοι
Λάλα αηδόνι λα, μη λαλείς πολύ.
Γιώργος Τόσκας: κλεφταρματολός των Γρεβενών τον 18ο αιώνα από την Τίστα (σημ. Ζιάκα) που είχε τα λημέρια του στη Βαλιακάλδα. Τον διαδέχτηκαν οι Ζιακαίοι στο αρματολίκι Γρεβενών
Η ΛΑΦΙΝΑ
Αλληγορικό τραγούδι για την υποδουλωμένη Ελλάδα (Λαφίνα) που υποδουλωμένει θυσιάζει τα παιδιά της στον αγώνα για την Ελευθερία
Περιοχή: Μακεδονία Μαρίζα Κωχ – Ξανθίππη Καραθανάση
Όλα τα λάφια βόσκουνε κι όλα δροσολογιούνται
Και μια λαφίνα ταπεινή δεν πάει μαζί με τ’ άλλα
Μόνο στ’ απόσκια περπατεί, τ’ απόζερβα αγναντεύει
Κι όπου βρει γάργαρο νερό θολώνει και το πίνει
Κι ο ήλιος την ερώτησε κι ο ήλιος τη ρωτάει
- Γιατί λαφίνα ταπεινή δεν πας κοντά με τ’ άλλα
Μόνο στ’ απόσκια περπατείς τα απόζερβα αγναντεύεις
Κι όπου βρεις γάργαρο νερό θολώνεις το και πίνεις;
- Ήλιε μου σα με ρώτησες θα σου το μολογήσω
Δώδεκα χρόνους έκαμα μόνη χωρίς ελάφι
Δώδεκα χρόνους ήλιε μου στείρα χωρίς ελάφι
Κι από τους δώδεκα κι ομπρός εγέννησα λαφάκι.
Και σαν εβγήκε ο βασιλιάς να λαφοκυνηγήσει
Το βρίσκει μοσχανάθρεφτο και το διπλοσκοτώνει
Γι αυτό στ’ απόσκια περπατώ τ’ απόζερβα αγναντεύω
Κι όπου βρω γάργαρο νερό θολώνω το και πίνω
Κι ο ήλιος τότε δάκρυσε και τα βουνά ριγήσαν
Και το φεγγάρι έσβησε ν’ ακούσει το ελάφι
Κι οι λαγκαδιές κι οι ρεματιές μαζί του αναστενάξαν
Κλάψε με, μάνα κλάψε με, με ήλιο με φεγγάρι.
ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΙΝΑΣ
Το γνωστό σε όλους τραγούδι για τα παιδιά της Σαμαρίνας που συμμετείχαν το 1826 στην πολιορκία του Μεσολογγίου και τα περισσότερα σκοτώθηκαν.
Ν’ εσείς μώρε παιδιά κλεφτόπουλα (δις)
παιδιά της Σαμαρίνας μωρέ παιδιά καημένα
παιδιά της Σαμαρίνας κι ας είστε λερωμένα.
Σαν πάτε πάνω μώρε στα βουνά (δις)
κατά τη Σαμαρίνα μωρέ παιδιά καημένα
κατά τη Σαμαρίνα κι ας είστε λερωμένα.
Τουφέκια μώρε να μη ρίξετε (δις)
τραγούδια να μη πείτε μωρέ παιδιά καημένα
τραγούδια να μη πείτε κι ας είστε λερωμένα.
Κι αν σας ρωτήσει μώρε η μάνα μου
κι η δόλια η αδερφή μου μωρέ παιδιά καημένα
κι η δόλια η αδερφή μου κι ας είστε λερωμένα.
Μη πείτε πως μωρέ σκοτώθηκα (δις)
πως είμαι σκοτωμένος μωρέ παιδιά καημένα
πως είμαι σκοτωμένος κι ας είστε λερωμένα.
Να πείτε πως μωρέ παντρεύτηκα (δις)
πως είμαι παντρεμένος μωρέ παιδιά καημένα
πως είμαι παντρεμένος κι ας είστε λερωμένα.
Πήρα την πλάκα μώρε πεθερά (δις)
Τη μαύρη γης γυναίκα μωρέ παιδιά καημένα
Τη μαύρη γης γυναίκα κι ας είστε λερωμένα.
Ο ΘΟΔΩΡΟΣ ΖΙΑΚΑΣ
(Μάχη Γρεβενών 1828)
«Εσείς πουλιά πετούμενα που πάτε στον αέρα,
αυτού που πάτε κι έρχεστε και πίσω δεν γυρνάτε,
μην είδατε το Θόδωρο, το Θόδωρο το Ζιάκα;»
«Εμείς εψές τον είδαμε, μεσ’ τ’ ΄Ασπρο το ποτάμι,1
παλικαράκια μάζωνε, όλα των είκοσι ένα.
Παίρνει το Νάσιο Μάνταλο2 και το Σωτήρη Στράτο,3
τριών μερών περπάτημα, το κάνει σε μια μέρα,
στα Γρεβενά ξημέρωνε, στον έρημο τον τόπο,
ήταν παραμονή Βαγιού, ημέρα του Λαζάρου ».
1 Υπονοεί τον Ασπροπόταμο (Αχελώο)
2,3 Πρωτοπαλλήκαρα του Θόδωρου Ζιάκα.
Ο ΘΟΔΩΡΟΣ ΖΙΑΚΑΣ
(Μάχη του Μεγάλου Σπηλαίου 1854)
Εσείς βουνά του Γρεβενού και πεύκα του Μετσόβου,
λίγο για χαμηλώσετε, κάνα ντουφέκι τόπο,
για να φανεί απ’ το Ζυγό, το παινεμένο Σπήλιο,
να δούμε το Ζιακόπουλο πως πολεμάει τους Τούρκους.
«Βάστα καημένε Θόδωρε, βαστάξου στο ντουφέκι,
μην σε φοβίζουν τίποτες, τ’ Αβδή Πασά τα τόπια.
«Πώς να βαστάξω μπρε παιδιά και πώς να πολεμήσω;
Μπαρούτι δεν έχω σπυρί, δεν μ’ έμεινε ένα βόλι
και χίλια γυναικόπαιδα, κρεμιούνται στο λαιμό μου.
Άϊστε παιδιά ας φύγουμε, στην Καλαμπάκ’ ας πάμε,
να βρούμε τους συντρόφους μας κι αυτό το Χατζή-Πέτρο».
«Ζιάκα μου και πως το ‘παθες; Ζιάκα μου πως εστάθη;
Πως άφησες τις εκκλησιές κι αυτό το μοναστήρι;»
«Κάλλιο ν’ αφήσω τ’ς εκκλησιές κι αυτό το μοναστήρι,
παρά ν’ αφήσω στη σκλαβιά, χίλια γυναικοπαίδια.
Εκεί το λεν Αρβανιτιά, το λένε Αρβανίτες,
που για να κάμουν πλιάτσικο και για να πάρουν σκλάβους,
δεν συλλογιούνται σκοτωμό, ζωή δεν συλλογιούνται ».