ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΓΡΕΒΕΝΩΝ

Παρουσίαση του βιβλίου «ΚΟΣΜΑΤΙ, τα τραγούδια του χωριού μας» στα Γρεβενά από τον Σύλλογο Γραμμάτων και Τεχνών στις 22-12-19


Τα πρώτα ακούσματα δημοτικών τραγουδιών αρχίζουν από την κούνια μας με τις ασύνειδες εγγραφές τους. Σ’ όλα τα σπίτια του χωριού τις μακρόσυρτες νύχτες του χειμώνα μαζί με τη ζέστη του τζακιού ζέσταινε την καρδιά μας και το δημοτικό τραγούδι των δικών μας.


ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ

Κυρίες και κύριοι, αιδεσιμότατοι, επίσημοι προσκεκλημένοι,

Καλημέρα σας, καλωσήρθατε.

Είναι μεγάλη χαρά και τιμή για μας να είναι κοντά μας ένας άνθρωπος από τον τόπο μας, ο οποίος ασχολείται με την παράδοση και μας προσφέρει μια συλλογή δημοτικών τραγουδιών στο βιβλίο με τίτλο ΚΟΣΜΑΤΙ (τα τραγούδια του χωριού μας).

Πρόκειται για ένα πόνημα που σίγουρα απαίτησε πολλή δουλειά και μεράκι.

Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:

1. Στέργιος Πουρνάρας, φιλόλογος, πρόεδρος του Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών.

2. Απόστολος Παπαδημητρίου, ερευνητής τοπικής ιστορίας και συγγραφέας.

3. Στέλιος Πολύζος (γιος του συγγραφέα),γιατρός και ποιητής.

4. Ο συγγραφέας, Αλέκος Πολύζος, φιλόλογος.

Αποσπάσματα (τραγούδια) διαβάζουν οι φιλόλογοι Αθανασία Αντωνιάδου, Γιάννης Πετκανάς και Περιστέρα Ντόλα.

Αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή και χαρά που συμμετέχω σ αυτήν την παρουσίαση και θα μου συγχωρήσετε μια προσωπική αναφορά στον αγαπημένο μου καθηγητή-άνθρωπο Αλέκο Πολύζο, μια και είχα την τύχη και τη χαρά να τον έχω φιλόλογο στο Τραμπάντζειο Γυμνάσιο της Σιάτιστας.

Είναι από τις προσωπικότητες εκείνες που σημάδεψαν τους μαθητές τους στην κατοπινή εξέλιξη της ζωής τους, διδάσκοντάς τους γνώσεις ,αλλά κυρίως στάσεις ζωής ,με το παράδειγμά τους, τη δική τους στάση ζωής.

Θα μιλήσω λοιπόν με υποκειμενικότητα για τον άνθρωπο που κράτησε ολοζώντανα, βαθιά μες την ψυχή του το Κοσμάτι (όπου κι αν έζησε) και κατάφερε να μεταδώσει την αγάπη του για το χωριό του σ’ όσους τον γνώρισαν και τον συναναστράφηκαν.

Θα σας μεταφέρω επομένως τις σκέψεις που μου προκάλεσαν οι ματιές που έριξα στο κείμενο (αφού διεξοδικά σ αυτό θα αναφερθούν οι δύο ομιλητές).

Είναι παραμονές Χριστουγέννων κι έτσι μας δίνεται μια καλή ευκαιρία να γυρίσουμε πίσω στην παιδική μας ηλικία και να θυμηθούμε ήθη-έθιμα-συνήθειες και ακούσματα που μας συνόδευαν στο χωριό, για όσους είχαμε την τύχη να μεγαλώσουμε εκεί, αλλά και για όσους νιώθουν την ανάγκη να επιστρέψουν στις ρίζες στις οποίες ο συγγραφέας αναφέρεται

(σελ.1 )

«Το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας αποτελεί απόπειρα καταγραφής των δημοτικών τραγουδιών που τραγουδιούνται στο χωριό μας, στο Κοσμάτι Γρεβενών….



Τα τραγούδια του χωριού μας λοιπόν, όπου κι αν τραγουδιούνται, είναι για μας ένα μάθημα, που μας ταξιδεύει στην ιστορία της πατρίδας μας, αλλά και στην ιστορία του μικρού μας χωριού, στους ανθρώπους του, στις μνήμες του, στη ζωή του. Και βέβαια στο χωριό μας οι ρίζες μας, για τον καθένα του χωριού του, είναι βαθιές, το χώμα είναι δικό μας. Τα μονοπάτια που συλλαβίζαμε τα όνειρά μας, τα δέντρα, οι πέτρες και οι ρεματιές έχουν κάτι να μας πουν, κάτι να μολογήσουν.- «Η πόλη μάς ακολουθεί…»- πάντοτε…»

«Ο πλούτος αυτών των τραγουδιών, τον οποίο μικροί δεν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε, μας μεγάλωνε, μας ανάσταινε, μας μεθούσε χωρίς πιοτό κι έδινε ένα άλλο νόημα στη ζωή μας. Μαθαίναμε τα τραγούδια από άμεσες, ζωντανές και καθαρές πηγές και ήταν μια διδαχή και ένα μάθημα κοινωνικοποίησης, γιατί όλοι οι γονείς ήθελαν τα παιδιά τους να ξέρουν τα τραγούδια του χωριού τους και να τα χορεύουν. Και καμάρωναν γι΄αυτά……

Δε χρειαζόταν και πολύ να τραγουδήσουν όλοι τους ούτε παρακάλια, για να χορέψουν ποικίλους χορούς με γνήσιο τρόπο.- «Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες…»-.Και πιο ιδανικές κι αγαπημένες εκείνων που έφυγαν…Συναντήσεις γεμάτες, πλούσιες. Συγκινησιακά βιώματα ακριβά…

Στους γονείς μου, οι οποίοι μας μετέδωσαν τον σεβασμό και την αγάπη τους για το δημοτικό τραγούδι, αφιερώνεται αυτή η έκδοση ως μια οφειλή,αν και τα χρωστούμενα του καθενός προς τους γονείς του δεν εξοφλούνται ποτέ… »

Νομίζω πως οι φράσεις αυτές ξεκαθαρίζουν στον αναγνώστη τον στόχο του συγγραφέα, που είναι η διάσωση των δημοτικών τραγουδιών από τη λήθη και η μεταφορά του αναγνώστη στο παρελθόν και στην ανάσυρση στη μνήμη του στιγμών που μπορεί να έχει.

Η καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών στο βιβλίο αυτό δεν περιορίζεται μόνο σε φιλολογικό επίπεδο. Η εξέτασή τους είναι όχι μόνο ιστορική και μορφολογική, αλλά κυρίως λειτουργική, αφού ο συγγραφέας έχει μαζί τους μια βιωματική σχέση μέσα στο φυσικό τους περιβάλλον, στους χώρους και στις χρονικές στιγμές που τραγουδιούνται, νιώθοντας την λειτουργία τους στην κοινωνία του χωριού.

Και θα τελειώσω με την άποψη του Γάλλου Φοριέλ που πρώτος συγκέντρωσε και εξέδωσε 200 δημοτικά τραγούδια τον 19ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης του ’21.Λέει λοιπόν προφητικά:

«Οι Έλληνες όταν ξαναποκτήσουν την ανεξαρτησία τους, θα έχουν δίχως άλλο μεγάλες ποιητικές συνθέσεις, όπου η τέχνη θα έχει πετύχει όλα όσα μπορεί να πετύχει. Αλλά οι τόσο ωραίες ελπίδες ας μην τους κάνουν να περιφρονήσουν ένα έργο ταπεινό και εύκολο. Ας βιαστούν να συλλέξουν ό,τι δεν έχει χαθεί από τα λαϊκά τραγούδια. Η Ευρώπη θα τους χρωστάει χάρη για ό,τι θα κάνουν για να τα διατηρήσουν ».

Έτσι κι εμείς χρωστάμε χάρη στον συγγραφέα και τον ευχαριστούμε για το βιβλίο αυτό που θα αποτελέσει παρακαταθήκη για τον τόπο μας και για τους ανθρώπους που ασχολούνται με το είδος .

Σας ευχαριστώ!

Περιστέρα Ντόλα




Σκάρος ηχητικό ντοκουμέντο

Το Αλέκο Πολύζο τον γνώρισα το 1983, όταν διορίστηκα στο Λύκειο της Εράτυρας και εκείνος υπηρετούσε ως διευθυντής στο Λύκειο της Σιάτιστας. Γνωριστήκαμε στις συναντήσεις των Φιλολόγων του Συμβούλου Νίκου Καλογερόπουλου, του επονομαζόμενου Κόκκινου, ενός εξαίρετου φιλολόγου με μεγάλο ζήλο για τη φιλολογία και πολλή αγάπη για τον τόπο του. Έκτοτε γεννήθηκε μια θερμή φιλία η οποία αναθερμαινόταν τους θερινούς κυρίως μήνες που ο Αλέκος ανέβαινε στο αγαπημένο του χωριό, το Κοσμάτι, από τη Θεσσαλονίκη όπου μετατέθηκε και υπηρέτησε  στο 3ο και 4ο ΓΕΛ Χαριλάου.
            Από την αρχή της γνωριμίας μας σχημάτισα θετικότατη άποψη για τον φίλο Αλέκο – πιστεύω πως όσοι τον γνωρίζουν καλά έχουν και αυτοί την ίδια άποψη - , γιατί κατάλαβα ότι είναι άνθρωπος πράος, μειλίχιος, με χαμόγελο και με χιούμορ, ηπίων τόνων, πολύ καλός φιλόλογος και προπάντων αγνός πατριώτης με μεγάλη αγάπη για τον τόπο του και το χωριό του.
            Χάρηκα πολύ λοιπόν, όταν πριν τρεις μήνες χτύπησε το τηλέφωνό μου και από την άλλη άκρη της γραμμής άκουσα τη βαριά του φωνή να μου λέει ότι έχει δύο αντίτυπα του βιβλίου του «Κοσμάτι τα τραγούδια του χωριού μας», ένα για μένα και ένα για τον Σύνδεσμο. Κατάλαβα αμέσως ότι  για να γράψει βιβλίο ο λιτός και λακωνικός φίλος μου σε αυτή την ηλικία σίγουρα θα είναι κάτι σημαντικό, ένα έργο ζωής. Και δεν διαψεύστηκα, γιατί, μόλις άρχιζα να το ξεφυλλίζω το διαπίστωσα αμέσως και του πρότεινα να το παρουσιάσει ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ μας. Εκείνος το δέχτηκε μετά χαράς και ύστερα από μια γόνιμη συνεργασία βρισκόμαστε εδώ σήμερα για να παρουσιάσουμε αυτό το πολύ όμορφο ιστορικό και λαογραφικό βιβλίο.
            Θα ήθελα πρώτα να ευχαριστήσω τους συμ- παρουσιαστές, τον γνώριμό μας Απόστολο Παπαδημητρίου, ερευνητή της τοπικής ιστορία μας που μίλησε πριν με πυκνό και μεστό λόγο για την αξία του δημοτικού τραγουδιού, τη συντονίστρια Περιστέρα Ντόλα,  την Αθανασία Αντωνιάδου και τον Γιάννη Πετκανά για την ανάγνωση τραγουδιών και την κατάθεση της άποψής του για το βιβλίο και τις Φιλουμένη Κατσίμπουρα και Θεοδούλα Λιάμπα για την τεχνική υποστήριξη οι οποίοι ανταποκρίθηκαν πρόθυμα στο κάλεσμά μας  και όλοι μαζί προσπαθήσουμε να κάνουμε την καλύτερη, κατά το δυνατόν,  παρουσίαση.
            Το βιβλίο «ΚΟΣΜΑΤΙ τα τραγούδια του χωριού μας», του Αλέξανδρου Στέργιου Πολύζου, όπως αναγράφεται στο εξώφυλλο, είναι έργο ζωής και κατάθεση ψυχής, καθώς ο συγγραφέας από πολύ νεαρή ηλικία με αγάπη και μεράκι συγκέντρωνε τα δημοτικά τραγούδια του χωριού του, με φροντίδα και επιμέλεια, πρώτα από το στενό οικογενειακό και συγγενικό κύκλο και έπειτα από το μεσοχώρι, από τα σπίτια των συγχωριανών του, τα αμπελοχώραφα, τα κοπάδια και από τους τοπικούς οργανοπαίχτες. Αισθάνεται λοιπόν προσωπικά ο ίδιος την ανάγκη να αφιερώσει το βιβλίο στους γονείς του «ως οφειλή», αφού τόσο ο μπάρμπα Στέργιος, όσο και η κυρά Πανάγιω ήταν και οι δυο τους πολύ καλοί τραγουδιστές και χορευτές και γνώριζαν άπειρα τραγούδια.  Απ’ την άλλη όμως στα εξώφυλλα του βιβλίου απεικονίζεται με πανοραμικό τρόπο το Κοσμάτι, το χωριό μας, όπως λέει, γιατί το βιβλίο είναι ένα έργο συλλογικό, αφού ανήκει σε όλους τους συγχωριανούς του οι οποίοι συνεισέφεραν ο καθένας με τη δική του μαρτυρία στη συγκέντρωση των τραγουδιών, που δημοσιεύτηκαν όλα χωρίς καμιά ποιοτική αξιολόγηση, γιατί όλα , όπως τονίζει στον πρόλογο, «εκφράζουν τον καημό κάποιου ανθρώπου κάποια στιγμή». Αναφέρονται στις σελίδες 388-390, τα ονόματα εκατόν ένα συγχωριανών του, οι οποίοι του τραγούδησαν τα δημοτικά τραγούδια και τα κατέγραψε.
            Το βιβλίο είναι επίσης και οικογενειακή υπόθεση, καθώς τόσο η σύζυγος του Κλεονίκη, όσο και τα παιδιά του Στέργιος, Πάνος και Ευαγγελία και ο γαμπρός του Γιάννης έβαλαν όλοι το χεράκι τους κυρίως σε θέματα που έχουν σχέση με την τεχνολογία και τη μορφοποίηση,  για να βγει αυτό το πολύ όμορφο αισθητικό και μορφολογικό αποτέλεσμα.
            Πολύ αξιόλογο είναι και το γενικό σημείωμα για το δημοτικό τραγούδι, την ιστορία του, τη δημιουργία του, τα χαρακτηριστικά του και την αξία του, αλλά και για την αλλοίωσή του στις μέρες μας με διάφορα ευτελή υποκατάστατα, σύντομο, περιεκτικό και μεστό, με επιστημονική τεκμηρίωση απαραίτητο για τον αναγνώστη, για να κατανοήσει και να εκτιμήσει καλύτερα τα δημοτικά τραγούδια που ακολουθούν. Για όλα αυτά μας μίλησε πριν ενδελεχώς ο ερευνητής της τοπικής μας ιστορίας κ. Απόστολος Παπαδημητρίου.
            Κλείνοντας το πρώτο μέρος της παρουσίασης θα ήθελα να αναφερθώ στα τελευταία συμπληρωματικά και βοηθητικά κεφάλαια για τον αναγνώστη, για την καλύτερη κατανόηση και αξιοποίηση του βιβλίου. Πολύτιμο είναι το Γλωσσάρι για την ερμηνεία των γρεβενιώτικων ιδιωματισμών, καθώς και το αλφαβητικό ευρετήριο των τραγουδιών σύμφωνα με τον πρώτο στίχο που διευκολύνει πάρα πολύ τον αναγνώστη και τον ερευνητή, όπως και ο πίνακας ονομάτων, κύριων και εθνικών, και τοπωνυμίων.  Τέλος το φωτογραφικό αναγνωστήριο απαθανατίζει τοπία, εκκλησίες και ξωκλήσια, μνημεία και σχολικές, επαγγελματικές δραστηριότητες, κοινωνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις και οικογενειακές στιγμές, δίνοντας μια ανθρωποκεντρική και συλλογική διάσταση και μια συνέχεια της ζωής στο χωριό, το Κοσμάτι.
            Ας περάσουμε τώρα στην πολύ πλούσια συλλογή των δημοτικών τραγουδιών την οποία ο συγγραφέας ταξινόμησε και διαίρεσε σε δεκαπέντε κεφάλαια ακολουθώντας, με κάποιες τροποποιήσεις, τη μικτή διαίρεση του Δημητρίου Πετρόπουλου ο οποίος είχε υιοθετήσει τη θεματική διαίρεση του Νικολάου Πολίτη. Κάθε τραγούδι καταγράφηκε μόνο μία φορά ανάλογα με το θέμα του, αλλά αναφέρεται και στην περίσταση που λειτουργούσε με τον ρυθμό και τη μελωδία του. Έχουμε, για παράδειγμα, ένα κλέφτικο τραγούδι χορευτικό του γάμου. Έτσι προέκυψαν δεκαπέντε κατηγορίες:
1. Ακριτικά, 2. Παραλογές, 3. Ιστορικά, 4. Κλέφτικα, 5. Της τάβλας, 6. Κιρατζήδικα και της υπαίθριας εργασίας, 7. Της αγάπης, 8. Του γάμου, 9. Της ξενιτιάς. 10. Μοιρολόγια 11. Θρησκευτικά, 12. Διδακτικά, 13. Σατιρικά, 14. Παιδικά, 15. Περιστατικά.
            Εκείνο που αξίζει όμως να τονιστεί ιδιαιτέρως είναι ότι ο συγγραφές δεν αρκέστηκε μόνο στην παράθεση των τραγουδιών κατά κατηγορία με ένα μικρό σχολιασμό, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ανθολογίες ή συλλογές δημοτικών τραγουδιών, αλλά σε κάθε κατηγορία προηγείται μία κατατοπιστική εισαγωγή και σε κάθε τραγούδι αναφέρονται, αν υπάρχουν βέβαια, οι παραλλαγές του σε άλλες συλλογές και σύντομα ή λεπτομερή ιστορικά και λαογραφικά σχόλια τα οποία φωτίζουν και την τοπική αλλά και την εθνική μας ιστορία. Αυτό προϋποθέτει πολύ χρόνο και πολύ κόπο αλλά και επιστημονική τεκμηρίωση η οποία φαίνεται από την πολύ πλούσια βιβλιογραφία που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου. Ο συγγραφέας αξιοποίησε για συγκριτική μελέτη 43 συλλογές ή ανθολογίες δημοτικών τραγουδιών, 20 βοηθήματα και 15 λεξικά για τα ιστορικά, λαογραφικά, γλωσσικά και άλλα πολύτιμα σχόλια.
            Παράδειγμα
            Σελίδα 60   Παραλογές από την εθνική ζωή 4  Ένα μικρό τουρκόπουλο…
            Ας δούμε τώρα εν τάχει τις 15 κατηγορίες δημοτικών τραγουδιών και ας ακούσουμε ενδεικτικά ορισμένα από αυτά. Θα ακούσουμε βέβαια και ορισμένα τραγουδισμένα  από το ηχητικό υλικό του συγγραφέα, όταν κατά το παρελθόν επιχειρούσε την έρευνα.
            Στα ακριτικά , τα πιο παλιά από όλα, παρατίθενται δύο τραγούδια και αξίζει να ακούσουμε το πρώτο που διασώθηκε ολόκληρο και είναι διαδεδομένο και στα γύρω χωριά.
            Σελίδα 39 Τα τέσσερα τα πέντε τα εννιάδελφα …                            Σούλα
            Πολύ πλούσια είναι η συλλογή των Παραλογών οι οποίες σχετίζονται με τις λαϊκές δοξασίες και παραδόσεις, με την οικογενειακή, την κοινωνική και την εθνική ζωή. Είναι τραγούδια διηγηματικά, πασχαλιάτικα, χορευτικά, μοιρολόγια, κηρατζίδικα, της εργασίας, της τάβλας και διακρίνεται στη μελωδία τους ένας τόνος μελοδραματικός, μακρόσυρτος, λυπητερός. Ακούσαμε πριν λίγο την Παραλογή Ένα μικρό τουρκόπουλο…
            Ο Μήλιος ο πραματευτής … ηχητικό ντοκουμέντο
            Πάρα πολύ αξιόλογη είναι και η συλλογή με τα ιστορικά και τα κλέφτικα τραγούδια η διάκριση των οποίων είναι αρκετά δύσκολη. Στο Κοσμάτι διασώθηκαν 13 ιστορικά και 71 κλέφτικα, από τη δράση και τη ζωή των κλεφτών και από τη ληστρική ζωή και τη φυλακή τα οποία με τα λεπτομερή σχόλια του συγγραφέα φωτίζουν την τοπική μας ιστορία και όχι μόνον από τον 17ο μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα. Θα ακούσουμε τρία χαρακτηριστικά τραγούδια από αυτές τις κατηγορίες.
            Σελίδα 66   7 Ποιος θέλ’ να ακούσει κλιάματα…                                            Σούλα
            Σελίδα 81   1 Ο Ζήδρος κάνει τη χαρά…                                                          Γιάννης
            Σελίδα 104  17  Έβγα μανά μου να με δεις…                                                  Σούλα
            Ακολουθούν τα 17 τραγούδια της Τάβλας και τα 16 Κιρατζήδικα ή της υπαίθριας εργασίας που είναι αργά και μακρόσυρτα και δεν χορεύονται. Τα πρώτα με μία μεγάλη ποικιλία θεμάτων τραγουδιούνταν στην αρχή κάθε συμποσίου, στον αρραβώνα, στο γάμο, στο πανηγύρι και αποσκοπούσαν να μερακλώσουν τους συνδαιτημόνες για να ξεκινήσει το γλέντι. Τα δεύτερα με θέματα από τη φύση, την ποιμενική και αγροτική ζωή τα τραγουδούσαν οι κηρατζήδες, οι αγωγιάτες δηλαδή στα μακρινά και κουραστικά ταξίδια τους και οι εργάτες της γης «για να απαλύνουν το κάματό τους και να διώξουν τη νύστα που βάραινε τα βλέφαρά τους».
            Σελίδα 109  9α Μαλαματένιος τράπεζος, ‘σημένια τα πηρούνια…           Γιάννης
            Σελίδα 114  3  Ένα παλικαράκι ρούσο κι έμορφο…                                     Σούλα
            Πάνω από 300 είναι τα τραγούδια της αγάπης μαζί βέβαια με τα λιανοτράγουδα που είναι ερωτικά δίστιχα και τραγουδιούνται ως γυρίσματα σε συγκαθιστά ή συγκαθ’κά κυρίως τραγούδια, αλλά  διατηρούν και την αυτονομία τους. Τα θέματά τους ποικίλλουν: επιθυμίες, καημοί, παινέματα, συναντήσεις, φιλήματα, πείσματα, χωρισμοί, ερωτικά επεισόδια και αλληγορίες με ζώα, πουλιά, κυνηγούς ή με άνθη, δέντρα, περιβόλια. Τα περισσότερα από τα τραγούδια της Αγάπης τραγουδιούνταν και στους αρραβώνες και τους γάμους λόγω θεματικής συγγένειας. Στην κατηγορία του Γάμου όμως συμπεριλαμβάνονται πάνω από εκατό τραγούδια, τα πιο πολλά τελετουργικά και κατάλληλα για τα γαμήλια έθιμα, το λούσιμο και το στόλισμα της νύφης, το ξύρισμα του γαμπρού, το στόλισμα και το ράψιμο του φλάμπουρα, το ξεπροβόδισμα της νύφης, τον τρανό χορό, το ξεπροβόδισμα του νούνου, τα τραγούδια της Δευτέρας που πήγαινε η νύφη στη βρύση για νερό και αυτά από τα πιστρόφια. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτή την κατηγορία είναι πολύ αναλυτικές οι εισαγωγές και πλούσια τα σχόλια για τα γαμήλια έθιμα και  πολύ σημαντικά τα λαογραφικά στοιχεία που έρχονται στο φως « για αυτό το σημαντικό γεγονός για τη μικρή κοινωνία του χωριού εκείνα τα χρόνια ».
            Ας ακούσουμε μερικά δείγματα και από αυτές τις κατηγορίες:
Σελίδα 138   Τρεις χρόνους εγκιζέρησα                                               Ρούλα
Σελίδα 148 Τρεις χρόνους εβουλήθηκα                                               Γιάννης  
                        Λιανοτράγουδα από σελίδες 160 – 161 3 – 6 τα καλύτερα             Σούλα
 Της τάβλας σελίδα   185   3                                                                    Γιάννης
 στο ξεπροβόδισμα του γαμπρού  σελίδα 208  2                              Σούλα
 όταν η νύφη έφτανε στο σπίτι σελίδα 214  9                                     Ρούλα
δύο ηχητικά ντοκουμέντα με τραγούδια του γάμου
            Συνεχίζουμε με τα τραγούδια της Ξενιτιάς και τα Μοιρολόγια που είναι 100 περίπου μαζί με τις παραλλαγές τους  και τα παρουσιάζουμε από κοινού, γιατί αναφέρονται σε χωρισμό. Είναι λυρικά με θρηνητικό και σπαρακτικό χαρακτήρα με έντονο το στοιχείο του θανάτου. Μάλιστα ο λαός μας πίστευε ότι η ξενιτιά είναι βαρύτερη από το θάνατο:
                                    Παρηγοριά έχει ο Θάνατος και λησμοσύνη ο Χάρος
                                    Ο ζωντανός ο χωρισμός παρηγοριά δεν έχει.
            Ας ακούσουμε τρία χαρακτηριστικά δείγματα από αυτές τις κατηγορίες:
                        Σελίδα    221   Θέλω να τα καταραστώ τα τρία βιλαέτια                  Γιάννης
            Σελίδα  241   Μωρή κοντούλα λεμονιά                                                 Σούλα
Σελίδα 254    Λεβέντης εροβόλησε…                                                   Ρούλα
Πολύ πλούσια είναι και η συλλογή με τα Θρησκευτικά και τα Λατρευτικά τραγούδια.  Τα Λατρευτικά είναι πολύ παλιά, αναφέρονται σε προχριστιανικά έθιμα, όπως τα χελιδονίσματα, η περπερούνα, ο κλήδονας και τα συναντάμε από τον Όμηρο ακόμη. Τα θρησκευτικά είναι τα γνωστά μας Κάλαντα και λέγονται στις μεγάλες χριστιανικές γιορτές Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα και Πάσχα, από ομάδες παιδιών που απευθύνουν ευχές για τον κάθε νοικοκύρη με αντάλλαγμα κάποιο φιλοδώρημα, κουλούρες και καρπούς Ξεχωριστό ενδιαφέρον στη συλλογή έχουν τα Πασχαλιάτικα τραγούδια που τραγουδιούνταν και χορεύονταν στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Αθανασίου σε διπλό χορό. Τον εξωτερικό χορό τον έσερναν οι άντρες με πρώτο τον πιο άξιο και τον εσωτερικό οι γυναίκες με πρώτη την πιο καρπερή, για να είναι καρπερή και η χρονιά. Τα τραγούδια αυτά ήταν μοιρολόγια, παραλογές, κλέφτικα και γενικότερα θρηνητικά πιο πολύ παρά αναστάσιμα, αλλά επαναλάμβαναν σε κάθε στίχο το «μα το Χριστός Ανέστη»  που τονίζει τον όρκο του πιστού για τη βεβαιότητα της Ανάστασης. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η κόρη του συγγραφέα η Ευαγγελία αποτύπωσε με σχεδιάγραμμα τα βήματα αυτών των χορών με έναν αρκετά επιτυχημένο τρόπο.
Σελίδα 264   Άγιος Βασίλης έρχεται …                                     Γιάννης
Σελίδα 272  Σήμερα Δέσπω μ’ Πασχαλιά…                            Ρούλα
                                                                                                            Σούλα
Ακολουθούν τα Διδακτικά και τα Σατιρικά τραγούδια λαμπρά δείγματα της θυμοσοφίας και του σκωπτικού πνεύματος του λαού μας και η διάκρισή τους είναι πολλές φορές αρκετά δύσκολη. Τα διδακτικά είναι κυρίως τραγούδια της Τάβλας ή Γυρίσματα άλλων τραγουδιών και έχουν διάφορα θέματα με κυριότερα τη ματαιότητα του κόσμου τούτου, τις χαρές και τις πίκρες της ζωής και τη μοίρα του ανθρώπου. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται και τα γνωμικά και οι παροιμίες που ξεπερνούν τις διακόσιες. Τα Σατιρικά με τον φαιδρό και καυστικό χαρακτήρα διακωμωδούν ανθρώπους και καταστάσεις, σωματικά ελαττώματα ή ηθικά παραστρατήματα με ευτράπελο τρόπο και αποσκοπούν στο γέλιο αλλά και στον φρονηματισμό.
Γνωμικά και παροιμίες   Σελίδες  296 - 313   έξι παροιμίες             Γιάννης
Σελίδα 318  Γιαννούλου μ’…                                                                   Σούλα

Αρκετά είναι και τα παιδικά τραγούδια, νανουρίσματα, ταχταρίσματα, ποδαρίσματα, παιχνιδίσματα και διάφορα άλλα που δείχνουν τη στοργή και τον στενό δεσμό μάνας – παιδιού εκείνα τα χρόνια που δεν υπήρχαν τόσες γνώσεις αλλά περίσσευε η αγάπη που ζέσταινε τις καρδιές των ανθρώπων. Η πλούσια συλλογή κλείνει με ορισμένα περιστατικά τραγούδια για διάφορες καταστάσεις της καθημερινής ζωής.
Δε χωράει λοιπόν καμία αμφιβολία ότι αυτό το βιβλίο έχει γίνει  με πολλή αγάπη και πολύ μεράκι, είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο και περιέχει πάνω από εξακόσια δημοτικά τραγούδια που μαζί με τις παροιμίες και τα λιανοτράγουδα ξεπερνούν τα χίλια και πολύ πλούσιο και αξιόπιστο ιστορικό και λαογραφικό υλικό, ιερό κειμήλιο για τους κατοίκους του Κοσματίου, αλλά πολύτιμο για όλους όσοι ασχολούνται και μελετούν  την παράδοσή μας. Φωτίζει όχι μόνον την ιστορία και την λαογραφία του χωριού, αλλά και της ευρύτερης περιοχής των Γρεβενών, των γειτονικών χωριών και του ορεινού όγκου κυρίως, καθώς υπάρχουν και συχνές αναφορές και στοιχεία για την τοπική ιστορία. Αυτό το βιβλίο τέλος είναι προϊόν της διάθεσης για προσφορά στον τόπο του με ανιδιοτέλεια, γι’ αυτό και ο συγγραφέας νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τις πληροφορίες που του πρόσφεραν οι συγχωριανοί του δώρισε σε κάθε σπίτι και από ένα αντίτυπο. Στην αίθουσά μας σήμερα δεν υπάρχουν αντίτυπα, αλλά, αν κάποιος επιθυμεί να μελετήσει το βιβλίο, μπορεί να έρθει σε επαφή με τον συγγραφέα και να το αποκτήσει.
Φίλε Αλέκο, εύχομαι να είναι καλοτάξιδο το πολύ όμορφο βιβλίο σου και να το μελετήσουν,  όσο το δυνατόν περισσότεροι, γιατί το αξίζει.

Στέργιος Πουρνάρας  Γρεβενά 22/12/2019

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ 
Αγαπημένε πατέρα, Έγραψα αυτά που θέλω να σου πω, γιατί το συναίσθημα ενίοτε λαθεύει, βάζοντας περισπωμένη στην προπαραλήγουσα κι οι παλιοί δασκάλοι σφίγγουν τότε τα δόντια, αρνούμενοι να καθυποταχτούν στην υγρασία των βλεφάρων. 
Άκουσες όμορφα πράγματα για τη λαογραφική και ιστορική αξία του έργου της ζωής σου, που άρεσαν, αλλά το να μιλήσω εγώ γι’ αυτά θα ήταν πλεονασμός. Ξεχαλίνωσα, λοιπόν, το συναίσθημα να φτάσει στην πηγή των εικόνων, με εσένα παιδί, σκυφτό στα γραπτά σου, ακόρεστο συλλέκτη στίχων, και με τη γιαγιά χρυσό χορηγό. Τη γιαγιά που ήξερε από μνήμης χίλια και δυο χιλιάδες τραγούδια και πάντα μια ιστορία να πει γύρω από το καθένα: «αυτό το είπε ο τάδε στη Χαρά του ανιψιού του και την άλλη μέρα... χιόνισε». 
Σ’ αυτό το κλίμα μεγαλώσαμε κι ήταν τα τραγούδια πάνω στο τραπέζι, μαζί με το ψωμί και το κρασί, Αγία Τριάδα, που θεωρούσαμε αυτονόητη για πάντα. Κι έλεγε η μπαμπούλω: «Σαν έχεις σκασίλα, παιδί μ’, πιάσε ένα τραγούδι» ή στον παππού «Άντε τράνεμα, πε ένα τραγούδ’ στα παιδιά». Κι ο παππούς υπακούοντας (άλλο που δεν ήθελε) έπιανε τη φλογέρα, είχε και της φωνής το χάρισμα, υποβολέας στα λόγια όμως ήταν η γιαγιά. Και κριτής αμείλικτος για τον παππού μόνο, γιατί για εμάς ήταν το ιερό μας άσυλο. 
Θεωρούσαμε ότι το σκηνικό αυτό θα διαρκούσε εσαεί, απάγκιο και γιατάκι. Μόλις όμως οι παππούδες αποδράσανε, αλήθεια πλήρεις ημερών, ο κόσμος αυτός χάθηκε και φανήκαμε πολύ μικροί, για να τους μοιάσουμε. Έτσι, το πάθος σου, πατέρα, που μικροί θεωρούσαμε ίσως πλεονασμό (αφού τα τραγούδια ήταν πάντα εκεί ζεστά και ζωντανά, τι τα θέλαμε γραμμένα;), το πάθος σου ήρθε κι έγινε ευαγγέλιο: ανοίγουμε μια τυχαία σελίδα κι έρχεται η γιαγιά να υποδείξει κι ο παππούς να τραγουδήσει κι έρχεται ο κόσμος στα ίσα του. 
Η μάνα μας, η μεγάλη απούσα σήμερα, κατείχε πάντα ιδιαίτερη θέση στην όλη ατμόσφαιρα. Όχι μόνο δεν απαξίωνε την τελετουργία συλλογής των τραγουδιών, αλλά την παρότρυνε. Όχι μόνο δεν ξίνιζε με τα «ξένα» γι’ αυτήν ακούσματα, αλλά τα οικειοποιήθηκε. Κι εκείνα την αντάμειψαν με όλη την αγάπη και τη ζεστασιά που τα συνοδεύουν. Και στα δύσκολα, ήταν η μάνα που θα τσιγκλούσε τον παππού να τραγουδήσει και να χορέψει, διασκεδάζοντας τις φοβίες του. 
45 χρόνια προετοίμαζες αυτό το βιβλίο, που ήταν, όσο μπορώ να έχω γνώμη, έτοιμο τουλάχιστον 5 χρόνια πριν την κυκλοφορία του. Εκ φύσεως και εξ επαγγέλματος τελειομανής, αδυνατούσες να αφήσεις έκθετη και την πιο ταπεινή λεπτομέρεια. 

Κάποια στιγμή, θα θυμάσαι, σου λέω: «πρέπει να το εκδώσεις τώρα». «Το ξέρω», μου λες, «αλλά δεν είμαι έτοιμος ακόμη, έχει λάθη». «Μπαμπά», σου λέω, «δεν μπορείς να εκδώσεις βιβλίο 500 σελίδων και να μην έχει κανένα λάθος»! Και μου λες: «εγώ όμως θέλω να μην έχει κανένα λάθος»! Στενός σου σύμμαχος κατά την επίπονη και μακροχρόνια εκδοτική διαδικασία η αδερφή μου, τελικός αποδέκτης και επιδιορθωτής κάθε εκδοτικής κακοτοπιάς και της τελειομανίας σου. 
Αγαπημένε Αλέκο, Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που είμαστε σπίτι μας και μιλάμε στη γλώσσα μας για τα τραγούδια μας, που δεν είναι δικά μας, γιατί εμείς τους ανήκουμε. 
Αγαπημένε πατέρα, Ξέρω, ποτέ δεν σκέφτηκες ότι η «επένδυση» της ζωής σου θα κάνει απόσβεση με τους όρους μιλώντας της αγοράς. Στα χρόνια αυτά, που κυρίαρχη η τάση όλα να μεταφράζονται με τέτοιους όρους, εσύ μας χάρισες την ψυχή σου, που είναι η ψυχή του τόπου μας, που δεν είναι δικός μας, γιατί εμείς του ανήκουμε.  

Στέργιος Πολύζος




ΚΟΣΜΑΤΙ

Ἀλεξάνδρου Στ. Πολύζου


Ὁ πολύ ἀγαπητός μου ἐξάδελφος, φιλόλογος καθηγητής, Ἀλέξανδρος Πολύζος, εἶναι ἀπό τούς ἀνθρώπους πού οὔτε ἡ πόλη οὔτε οἱ σπουδές κατάφεραν νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τήν παράδοση τοῦ τόπου, τήν τόσο ριζωμένη στίς ψυχές τοῦ λαοῦ μας κατά παρελθοῦσες γενιές. Πρέπει νά ἐπισημανθεῖ ὅτι δέν ἔχουμε ἀκόμη συνειδητοποιήσει τό μέγεθος τῆς ἀλλοτρίωσης, πού ἔχει συντελεστεῖ, οἱ ἐκδηλώσεις τῆς ὁποίας εἶναι ποικίλες καί σέ κάθε ἔκφανση τοῦ ἰδιωτικοῦ καί τοῦ δημοσίου βίου. Κατά τίς τελεταῖες δεκαετίες, τίς ὁποῖες χαρακτηρίζει ἡ ἄνοδος τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου στή χώρα μας, ἐκδηλώθηκε ἔντονη ἡ περιφρόνηση, ἄν ὄχι ἀποστροφή, πρός κάθε τι, πού ὁ λαός μας δημιούργησε στόν χῶρο τοῦ πολιτισμοῦ, ὅπως ἤθη καί ἔθιμα, καλλιτεχνική δημιουργία, ποιητική, μουσική, ζωγραφική, ἀρχιτεκτονική. Κατεδαφίσαμε πανέμορφα λιθόκτιστα ἐκκλησάκια, γιά νά ἀνεγείρουμε ἄχαρα ἀπό σκυρόδεμα, ἤ τά ἐπιχρίσαμε γιά νά «ἀνακαινιστοῦν». Ἀπαξιώσαμε τή λαϊκή ζωγραφική τοῦ Θεοφίλου καί τῶν ἀγνώστων λαϊκῶν ζωγράφων μαγεμένοι ἀπό τήν ἀναγεννησιακή τεχνοτροπία. Στίς χοροεσπερίδες τοῦ μεσοπολέμου κυριαρχοῦσαν στό πρόγραμμα μουσική καί χοροί τῆς Εσπερίας καί πλέον ἡ νεολαία μας ἔχει ἐθιστεῖ στά ἀκούσματα τῆς παγκοσμιοποιημένης μουσικῆς τῆς διεθνοῦς ὑποκουλτούρας. Λίγες δεκαετίες πρίν πολλοί, πού εἶχαν μαγευτεῖ ἀπό τήν πόλη ἀπαξίωναν τό πανηγύρι τοῦ χωριοῦ καί ἀπεῖχαν ἀπό τόν χορό. Στό κλίμα αὐτό δέν συγκινοῦσε τό τραγούδι τοῦ παποῦ καί τῆς γιαγιᾶς, γι’ αὐτό καί τά ἐγγόνια δέν ἔτειναν εὐήκοα ὦττα, ὥστε νά μεταλαμπαδεύσουν στίς ἐπερχόμενες γενιές τόν θησαυρό, μέ ἀποτέλεσμα μεγάλο μέρος αὐτοῦ νά ἔχει ἀπωλεσθεῖ, στήν ἐποχή πού ὁ λαός ἔπαψε πλέον νά δημιουργεῖ καί ὁ πολιτισμός καλλιεργεῖται μόνο ἀπό ἐπώνυμους καλλιτέχνες, κατά κανόνα μιμητές, δυστυχῶς, πλέον κατά τρόπο θλιβερό τῶν ἀστέρων τοῦ δυτικοῦ καλλιτεχνικοῦ στερεώματος.

Γιατί συνέβη αὐτό; Μεγάλη εἶναι ἡ εὐθύνη τῆς ἡγεσίας τῆς χώρας, πολιτικῆς, καλλιτεχνικῆς καί διανόησης, γιατί αἰσθανόμενη αὐτή μειονεκτικά ἀπέναντι στίς ἀνάλογες πολιτιστικές δημιουργίες λαῶν τῆς Δύσης, ἔφθασαν στό σημεῖο νά ὑποτιμήσουν καί νά περιφρονήσουν τίς ἀντίστοιχες τοῦ πονεμένου λαοῦ μας. Καί ὅμως ἐντυπωσιάζει τό ὅτι πρῶτοι ἐρευνητές, προερχόμενοι ἀπό ἄλλες πολιτιστικές σφαῖρες ἀναγνώρισαν τήν ἀξία τοῦ δημοτικοῦ μας τραγουδιοῦ καί κοπίασαν νά συλλέξουν, ὅσα ἀπό αὐτά μπόρεσαν καί νά μᾶς προσφέρουν τις πρῶτες συλλογές. Τί παρεκίνησε τόν φιλόλογο, ἱστορικό καί ἀκαδημαϊκό Claude Fauriel νά συλλέξει, νά ταξινομήσει καί νά μεταφράσει στή γαλλική γλώσσα πλεῖστα ὅσα δημοτικά μας τραγούδια; Τί παρεκίνησε τόν Ἄρνολντ Πασσώβ νά κάνει τό ἴδιο καί νά ἐκδόσει τό πόνημά του στή γερμανική γλώσσα. Ἁσφαλῶς ὁ θαυμασμός τους γιά τό φιλολογικό μεγαλεῖο πού διακρίνει τό δημοτικό μας τραγούδι. Βέβαια ἀξίζει νά τονίσουμε ὅτι στή γραμμή αὐτῶν στοιχήθηκαν καί Ἕλληνες ἐρευνητές. Ἀναφέρω τούς Ζαμπέλιο, Χασιώτη, Ἀραβαντινό καί Ν. Πολίτη.

Κάλυψαν αὐτοί μέ τά ἔργα τους τό σύνολο τῆς δημιουργίας τοῦ λαοῦ μας στον τομέα τῆς ποίησης; Ἀσφαλῶς ὄχι. Διαφορετικά δέν θά εἶχε νόημα ἡ προσπάθεια τοῦ ἐρευνητοῦ, τήν ὁποία παρουσιάζουμε. Ὁ ἀγαπητός μου ἐξάδελφος Ἀλέξανδρος εἶχε τήν προϋπόθεση, ὡς φιλόλογος, νά μᾶς χαρίσει τόν παρόντα τόμο, παρακαταθήκη γιά τίς ἐπερχόμενες γενιές. Αὐτή ὅμως ἡ προϋπόθεση μόνη της δέν ἦταν ἐπαρκής. Πλέον σημαντινές ὑπῆρξαν δύο ἄλλες. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν γονιῶν του γιά τό δημοτικό τραγούδι καί ἡ ἱστορική γνώση πού τή συνόδευε. Τό ζεῦγος Στεργίου Πολύζου καί Πανάγιως Παπαποστόλου – Πολύζου, ἤ στόν οἰκογενειακό μου κύκλο οἱ θεῖοι Στέργιος καί Πανάγιω, ἀξιοποίησαν στό ἔπακρο τό ἀπό Θεοῦ φωνητικό χάρισμα. Τραγουδοῦσαν σέ κάθε περίπτωση, σέ χαρά καί σέ λύπη, στήν οἰκία καί στήν ὕπαιθρο, μόνοι τους ἤ μέ συντροφιά. Δέν γνωρίζω γιά τόν θεῖο Στέργιο, ἀλλά ἡ θεία Πανάγιω εἶχε κληρονομήσει τό χάρισμα ἀπό τόν ἀφέντη στό Κοσμάτι, τόν παποῦ της τόν παπα-Ἀπόστολο, τόν καί προπάπο μας, ἐμοῦ καί τοῦ συγγραφέα. Ποῦ καί νά τοῦ ἔδινε ὀ Θεός λίγα ἔτη ζωῆς ἀκόμη, γιά νά μεγαλώσει ἡ Πανάγιω καί οἱ ἄλλες ἐγγονές του, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ μάνα μου. Τή δεύτερη προϋπόθεση τήν ἀνέφερα ἤδη, ἀλλά τήν ἐπαναλαμβάνω. Ὁ Ἀλέκος δέν θαμβώθηκε ἀπό τό φτιασίδωμα τῆς πόλης. Ἔμεινε πιστός στή γενέθλια γῆ, τήν οποία ἐπισκεπτόταν καί ἐπισκέπτεται συχνά. Καί ἄκουγε μέ ἐνδιαφέρον τοῦς γονεῖς του νά τραγουδοῦν. Ὄχι μόνο ἀπό σεβασμό, ὀφειλόμενο ὁπωσδήποτε γιά τίς θυσίες τους, ἀλλά καί ἀπό γνήσιο ἐνδιαφέρον. Καί ὁ Θεός τούς χάρησε ἔτη πολλά, καθώς καί οἱ δύο κοιμήθηκαν ὑπέργηροι, στά μέσα τῆς τελευταίας δεκαετίας ἑνός αἰώνα βίου. Ἔτσι δόθηκε ἡ εὐκαιρία στόν Ἀλέκο νά ὡριμάσει μέσα του ἡ σκέψη τῆς καταγραφῆς ἀρχικά, τῶν τραγουδιῶν, τῆς συγγραφῆς στή συνέχεια.

Ἕνας ἁπλός ἱστορικός ἐρευνητής ἔχει τήν εὐχέρεια νά κινηθεῖ κατά τρόπο προσωπικό στή συγγραφή. Ἕνας φιλόλογος ὀφείλει νά πειθαρχήσει στούς ἀκαδημαϊκούς κανόνες ταξινόμησης καί παρουσίασης τῆς ἐρευντητικῆς του ἐργασίας. Ὀφείλει ἀκόμη νά ἐπεξεργαστεῖ τό ἄκουσμα, καθώς ἡ γραπτή γλώσσα δέν προσφέρεται πάντοτε γιά ἀπόδοση τοῦ προφορικοῦ λόγου τοῦ τοπικοῦ ἰδιώματος. Ὡς ποῦ εἶναι ἐπιτρεπτή ἡ ἀλλοίωση τοῦ στίχου, ὅταν κρίνεται ἀναγκαία ἡ προσαρμογή του στήν καθομιλούμενη νεοελληνική; Ἀσφαλῶς εἶναι βασανιστικό τό ἐρώτημα γιά τούς φιλολόγους, καθώς ὀρθώνονται σημαντικές δυσκολίες. Μία ἀπό αὐτές εἶναι ὁ σεβασμός τοῦ μέτρου. Ἡ συγκοπές, πού ἀφθονοῦν στό τοπικό ἰδίωμα, διευκολύνουν τήν τήρηση τοῦ μέτρου. Ὅταν ὅμως διαβάζει κάποιος τό ποίημα χωρίς παρεμβάσεις, ἀντιμετωπίζει σοβαρό τό πρόβλημα τῆς ἀνάγνωσης. Τό διαπίστωσα προσωπικά σέ πεζό λόγο. Ἕνα στοιχεῖο πού ἀπαιτεῖ ἐπί πλέον προσοχή εἶναι οἱ προσθῆκες φράσεων στούς ἀρχικούς στίχους, γιά τήν ἀπόδοση αὐτῶν μέ συνοδεία μουσικῆς, καθώς δέν ὑπάρχει δημοτικό τραγούδι νά μή χορεύεεται ἤ νά μή τραγουδιέται γύρω ἀπό τό τραπέζι.

Ὁ συγγραφέας θεώρησε ἀπαραίτητη τήν ἐκτεταμένη εἰσαγωγή, προκειμένου νά ὁδηγήσει τόν ἀναγνώστη στά πορίσματα τῆς ἀκαδημαϊκῆς ἔρευνας ἐπί τοῦ δημοτικοῦ τραγουδιοῦ. Πλέκοντας τό ἐγκώμιο στα δημοτικά μας τραγούδια καί μέσω αὐτῶν στόν λαό μας γράφει: «Είναι τα δημοτικά μας τραγούδια ζώντα μνημεία του λόγου και μάλιστα τα πρώτα μνημεία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που οι αρχές τους τοποθετούνται στον 9ο μ.Χ. αιώνα. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι τα λαϊκά δημιουργήματα, όπως η γλώσσα, τα τραγούδια, η μουσική, ο χορός, η τέχνη σε όλες της τις εκφάνσεις, τα έθιμα, οι παραδόσεις αποτελούν τα αγκωνάρια της ζωής μας». Στήν εἰσαγωγή ὁ συγγραφέας παορυσιάζει τήν ἱστορία τοῦ δημοτικοῦ τραγουδιοῦ ἀνακαλύπτοντας τίς ρίζες του στήν ποίηση τῆς ἀρχαιότητας, προβάλλει τά γνωρίσματα τῆς κοινωνίας πού τό καλλιέργησε, ἀλλά καί τίς ἀλλοιώσεις πού αὐτό κατά καιρούς ὑπέστη, λόγω τῆς ἀδυναμίας τῆς προφορικῆς μετάδοσης ἀπό γενιά σέ γενιά. Ἐξηγεῖ στή συνέχεια πῶς λειτουργοῦν στήν κοινωνία που τά γέννησε. Ἔτσι μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε, γιατί δέν λειτουργοῦν σέ κοινωνία ἀποκομμένη ἀπό τίς ρίζες της, ἀλλοτριωμένη. Δίνει ἀκολούθως τά χαρακτηριστικά τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν ὅπως ἡ γλώσσα, ἡ θεματολογία, ἡ χρήση διαλόγου, ερωτημάτων, στερεοτύπων ἐκφράσεων καί ἡ τήρηση τοῦ μέτρου, ἀπαραιτήτου στήν ποίηση, τό ὁποῖο δυστυχῶς ἔχει καταργηθεῖ στή σύγχρονη μορφή της. Μέ πόνο ψυχῆς, ἀφοῦ τονίσει τήν ἀξία τοῦ δημοτικοῦ τραγουδιοῦ, καταγράφει τήν κοινά ἀποδεκτή διαπίστωση: «Σήμερα, αν και οι κοινωνικές συνθήκες έχουν αλλάξει πάρα πολύ, και η επαρχία, χώρος κατ΄ εξοχήν του δημοτικού τραγουδιού, βρίσκεται σε μαρασμό, λόγω της εγκατάλειψής της, αν και η προβολή των τραγουδιών από τα Μ.Μ.Ε. έχει περιοριστεί και η ύλη διδασκαλίας του δημοτικού τραγουδιού στα σχολεία έχει συρρικνωθεί και τα τραγούδια δέχονται εν γένει διάφορες πιέσεις, εν τούτοις δεν έχουν εκτοπιστεί τελείως και δεν έχουν πάψει να έχουν απήχηση, αλλά εξακολουθούν να ζουν να είναι ζωντανά στη συνείδηση πολλών ανθρώπων , να ανταποκρίνονται δηλαδή στον ψυχισμό τους, γιατί είναι γνήσια έκφραση της λαϊκής μούσας». Θά προσθέσω ὅτι ἐπανακτοῦν ἔδαφος, ἄν κρίνω ἀπό διάφορες ἐκδηλώσεις, ὅπως γάμους καί χορούς.

Ὁ συγγραφέας κατέταξε τήν ἐκτεταμένη ὄντως συλλογή σέ 15 ὁμάδες, μέ βάση τά ἰσχύοντα πρότυπα. Ἀπό αὐτές θα ἀναφερθῶ στίς τρεῖς πρῶτες, τά ἀκριτικά, τίς παραλογές καί τά ἱστορικά καί κλέφτικα.

Στήν πρώτη ὁμάδα παρουσιάζει τήν ἐξόρμηση ἐννέα ἀδελφῶν καί δεκαοχτώ ἐξαδέλφων, πού κατά διαταγή τοῦ βασιλιᾶ ἐκστράτευσαν στή Φραγκιά, ὅρος μέ τον ὁποῖο οἱ πρόγονοί μας ὑπονοοῦσαν τή Δύση. Ποῦ καί πότε δέν εἶναι δυνατόν νά γνωρίζουμε. Καλό εἶναι ὅμως να γνωρίζουμε ὅτι ἡ πρώτη ἥττα ἀπό τούς Σελτζούους Τούρκους στό Μάτζικερτ (1071 μ.Χ.) συμπίπτει χρονικά μέ τήν ἀπώλεια τοῦ τελευταίου βυζαντινοῦ ἐδάφους στήν ἰταλική χερσόνησο, τοῦ φρουρίου τοῦ Μπάρι. Ἀκολούθησαν οἱ συγκρούσεις μέ τούς Νορμανδούς, πού εἰσέβαλαν στή Βαλκανική δέκα ἔτη ἀργότερα, γιά νά ἐπιτύχουν τελικά τόν σκοπό τους ἄλλοι Φράγκοι τό 1204. Τό δεύτερο ἀκριτικό τραγούδι εἶναι τῆς πρώιμης τουρκοκρατίας, τότε πού ἡ τιμή τῶν γυναικῶν ἦταν στίς διαθέσεις τῶν κατακτητῶν ἤ ἐξωμωτῶν, γεγονός πού ὁδήγησε στόν σχηματισμό τῶν πρώτων ὁμάδων κλεφτῶν.

Στη δεύτερη ὁμάδα, τίς παραλογές, ὁ συγγραφέας διακρίνει αὐτές πού ἔχουν ὡς θέμα λαϊκές δοξασίες ἤ παραδόσεις τίς ἄλλες μέ θέμα ἀπό τήν οἰκογενειακή, κοινωνική ἤ ἐθνική ζωή. Ἴσως οἱ παραλογές νά εἶναι τά πιό δυνατά δημοτικά μας τραγούδια μέ ἔντονο τό στοιχεῖο τῆς ὑπερβολῆς. Ἄς θυμηθοῦμε τό τραγούδι τοῦ νεκροῦ ἀδελφοῦ. Παραθέτω τούς πρώτους στίχους ἑνός ἀπό τά τραγούδια τῆς συλλογῆς.:

Τρίτη, Τετάρτη το πρωϊ, Πέμπτη φαρμακωμένη

Παρασκευή ξημέρωνε, να μη ‘χε ξημερώσει

Ο καπετάνιος έσωσε, δεν είχε τι να φάει

Το τουρκικό ρήμα σόν = τελειώνω εἶχε εἰσαχθεῖ στό τοπικό ιδίωμα καί ἦταν σέ εὐρεία χρήση. Ο ἀριθμός τῶν τραγουδιῶν τῆς κατηγορίας αὐτῆς εἶναι μεγαλύτερος. Καί εἶναι αὐτά κατά κανόνα μέ περισσότερους στίχους.

Και οἱ πρῶτοι στίχοι ἀπό ἕνα ἐκ τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς:

Γλυκοχαράζουν τα βουνά κι οι έμορφες κοιμούνται

Παίρνω κι εγώ το γρίβα μου να πάω να τον ποτίσω.

Βρίσκω μια κόρη πόπλυνε σε μαρμαρένια γούρνα

Ἐκεῖ στή βρύση γίνεται ἡ συγκινητικότατη συνάντηση καί ἀλληλοαναγνώριση τοῦ ἐπί μακρόν ξενιτεμένου ἄνδρα καί τῆς πιστῆς γυναίκας του. Δύο πολύ γνωστά σέ εὐρεία ἔκταση τραγούδια εἶναι τοῦ Μήλιου τοῦ πραματευτῆ καί τοῦ Μενούση, πού στό Κοσμάτι ἔγινε Μανόλης. Τά ἀπό τήν κοινωνική ζωή ἔχουν συνήθως ἐρωτικό περιεχόμενο, ἐνῶ τά ἀπό τήν ἐθνική τή συμβίωση μέ ἀλλοεθνεῖς καί ἀλλόθρησκους, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας συνάπτονταν καί ἐρωτικοί δεσμοί, οἱ ὁποῖοι γίνονταν τραγούδι.

Στήν τρίτη ὁμάδα ὁ συγγραφέας κάνει τη διάκριση μεταξύ ἱστορικῶν καί κλέφτικων τραγουδιῶν, θεωρώντας την ὅμως δύσκολη. Τά πρῶτα διαχωρίζει στά πολύστιχα ἀφηγηματικά καί στά σύντομα μέ ἔντονο τόν λυρισμό καί τή δραματικότητα. Πέρα ἀπό τό πολυτραγουδισμένο τραγούδι τοῦ καπετάν Λούκα παραθέτει καί τραγούδια τοῦ πολέμου τοῦ 1940, ἀλλά καί τό τετράστιχο, μέ τό ὁποῖο ἡ λαϊκή μούσα τοῦ Κοσματίου θρήνησε τούς εἰκοσιεννέα ἐκτελεσθέντες χωριανούς ἀπό τούς θηριώδεις ναζιστές τόν Ιούλιο τοῦ 1944. Παραθέτει τέλος καί τά ἀντάρτικα τῆς κατοχῆς.

Στά κλέφτικα, πού εἶναι κατά πολύ πολυπληθέστερα, ἔχουν καταγραφεῖ ὄχι μόνο αὐτά, πού ἀναφέρονται στή δράση ἐντοπίων ἀρματολῶν, ἀλλά καί ἄλλα, πού ἀναφέρονται σέ συμβάντα περιοχῶν ὅπως ἡ Θεσσαλία ἀκόμη καί ἡ Στερεά Ἑλλάδα. Ἐξήγηση μπορεῖ νά δοθεῖ ἐκ τοῦ ὅτι ἐντόπιοι κατευθύνονταν σέ ἄλλες περιοχές καί λάμβαναν μέρος σέ συγκρούσεις μέ τούς κατακτητές ἤ τούς συμμάχους τους Ἀλβανούς. Πολεμιστές ἀπό τήν ἐπαρχία μας ἔλαβαν μέρος σέ πολεμικές συγκρούσεις στήν Πελοπόννησο (1770), στή Στερεά Ἑλλάδα καί Πελοπόννησο (1821-1830). Ὅσο γιά τίς ἐπαφές μέ τούς Κλέφτες τῆς Ἠπείρου καί τῆς Θσσαλίας αὐτές ἦσαν συνεχεῖς. Στά τραγούδια παρελαύνουν ἀπό τούς ἐντόπιους κλεφταρματολούς οἱ Γιώργος Τόστσκας, Γιώργος Μίσιος, Θεόδωρος Ζιάκας (σέ τραγούδια τῶν ἐτῶν 1831 καί 1854), ὁ Λεωνίδας Χατζημπύρος (1878-1882), ὁ Γεώργιος Δούκας, ὁ νεότερος Νταβέλης, καί οἱ εὐρέως γνωστοί σέ μεγάλη ἔκταση τοῦ βορειοελλαδικοῦ χώρου Ζῆδρος καί Λάπας. Δέν ἦταν δυνατόν νά ἀπουσιάζει τό πανελληνίως γνωστό τραγούδι «Παιδιά τῆς Σαμαρίνας», στό ὁποῖο, κατά μία ἄποψη, ἡ λαϊκή μούσα θρηνεῖ γιά τούς πεσόντες Σαμαριναίους κατά τήν ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου. Ἡ λαϊκή μούσα δέν ἄφησε παραπονεμένους οὔτε τούς ληστές, οἱ ὁποῖοι ὑπέστησαν ἤ δέν ὑπέστησαν τίς συνέπειες τῆς διαρκοῦς παραβατικότητά στους. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι ὁ Θυμιογάκης, πού ἔδρασε στό Μέτσοβο καί ὁ Ζῆκος, πού ἔδρασε στά Γρεβενά.

Ἐντύπωση μοῦ προκάλεσε τό ὅτι δέν περιέχεται στή συλλογή τό τραγούδι τοῦ Σπηλαίου γιά τή μάχη στόν Ἕξαρχο μεταξύ ἐντοπίων μακεδονομάχων καί ἀποσπάσματος τουρκικοῦ στρατοῦ, τό ὁποίο συνόδευε ρουμανίζοντες Βλάχους στήν Ἀβδέλλα καί στό Περιβόλι (1906). Ὁ μακαριστός Δημήτρης Ρίγγος τό ἀναφέρει. Πῶς δέν κατάφερε τό τραγούδι νά διαβεῖ τόν Βενέτικο;

Συγχαίρω τόν έξάδελφό μου γιά τήν έργώδη πολυετῆ προσπάθειά του, χάρη στήν οποία θά διασωθεῖ ἕνα μέρος τοῦ λαϊκοῦ μας θησαυροῦ. Εὔχομαι τό ἐγχείρημα νά βρεί μιμητές καί ἀπό ἄλλους οἰκισμούς. Θά ἔλθει κάποια γενιά, καί ἴσως συμβεῖ σύντομα, πού θα θελήσει νά ξεδιψάσει στά γάργαρα νερά τῆς λαϊκῆς μας παράδοσης καί τοῦ λαϊκοῦ μας πολιτισμοῦ.





Κυρίες και κύριοι, Γρεβενιώτες και Γρεβενιώτισσες, παιδικοί μου φίλοι, συμμαθητές, φίλοι και συνάδελφοι, μαθητές μου, συνάδελφοι και φίλοι από τη Σιάτιστα, συγγενείς μου και αγαπητοί χωριανοί μου, που, αν και λιγοστοί, αμύνεσθε του πατρίου εδάφους…, κρατάτε το χωριό μας ζωντανό και έχουμε τη δυνατότητα να το επισκεπτόμαστε, όταν και όσο μπορούμε. Σας ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου όλους για τη σημερινή σας παρουσία στην παρουσίαση του βιβλίου μου, «ΚΟΣΜΑΤΙ, τα τραγούδια του χωριού μας», και σας εύχομαι καλά Χριστούγεννα, καλή χρονιά και χρόνια πολλά. Ευχαριστώ τη δημοτική αρχή για την ευγενή παραχώρηση του χώρου αυτού στο όνομα του Δημητρίου Ρίγγου, αυτού του φανατικού εραστή των Γρεβενών και της παράδοσής τους, δίπλα σε χώρους που φιλοξενούνται δύο άλλες μορφές του λαϊκού μας πολιτισμού, η ξυλογλυπτική του ταλαντούχου αβδελλιώτη Δημητρίου Αγοράστη και το λαογραφικό μουσείο Γρεβενών. Ευχαριστώ τον Σύνδεσμο Γραμμάτων και Τεχνών Γρεβενών για την πρωτοβουλία και οργάνωση της παρουσίασης αυτής, καθώς είναι γνωστό ότι οι εκδηλώσεις αυτές προϋποθέτουν βέβαια μεράκι και κόπο, αλλά η προσφορά τους είναι σημαντική. Αναλυτικότερα, ευχαριστώ τον Πρόεδρο του Συνδέσμου, συνάδελφο Στέργιο Πουρνάρα, για τα κολακευτικά και γεμάτα αγάπη λόγια του για το βιβλίο και για μένα. Είναι γνωστά εδώ και πολλά χρόνια η αγάπη του για τη λαϊκή παράδοση ενγένει και το έργο του. Και τώρα από το μετερίζι του νεόκοπου Συνδέσμου παρατηρεί κανείς μια πλούσια προσφορά στον τόπο μας χωρίς ιδιοτέλειες. Με τη συνεργασία των μελών του Συνδέσμου «μουσικήν ποίει και εργάζου», Στέργιο. Ευχαριστώ τον Απόστολο Παπαδημητρίου για τα επαινετικά του λόγια. Είναι γνωστά η αγάπη του για τα Γρεβενά και το συγγραφικό του έργο του και όχι μόνο... Ευχαριστώ τους συναδέλφους φιλολόγους κ. Αντωνιάδου και κ. Πετκανά για τη συνδρομή τους στην παρουσίαση του βιβλίου μου,τη Φιλιώ Κατσίμπαρη και τη Θεοδούλα Λιάμπα για την τεχνική τους υποστήριξη,τη συντονίστρια φιλόλογο κ. Ντόλα, αριστούχο μαθήτριά μας σ’ όλα τα χρόνια της φοίτησής της στο Γυμνάσιο της Σιάτιστας, και όλα τα μέλη του Συνδέσμου που βοήθησαν σ΄ αυτήν την εκδήλωση. Θα αναφερθώ εντάχει στο πώς, όταν μια φορά κι ένα καιρό ήμασταν παιδιά, ζυμωθήκαμε με το δημοτικό τραγούδι, περνώντας νωρίτερα από «σχολεία» μύησης σ’ αυτό και μάθησής του. Αναφέρομαι στα κυριότερα «σχολεία»:

Τα πρώτα ακούσματα δημοτικών τραγουδιών αρχίζουν από την κούνια μας με τις ασύνειδες εγγραφές τους. Σ’ όλα τα σπίτια του χωριού τις μακρόσυρτες νύχτες του χειμώνα μαζί με τη ζέστη του τζακιού ζέσταινε την καρδιά μας και το δημοτικό τραγούδι των δικών μας. «Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες…». Συγκινησιακά βιώματα ακριβά. Πολλές φορές γλυκός ύπνος μας έπαιρνε, καθώς γυναίκες και κοπέλες στα νυχτέρια με τις βελονιές των κεντημάτων τους κεντούσαν και τα όνειρά τους, συλλάβιζαν τα όνειρά τους σιγοτραγουδώντας όλες μαζί. Στο δημοτικό σχολείο οι δάσκαλοί μας μας δίδασκαν δημοτικά τραγούδια και χορούς πανελλήνιου χαρακτήρα (καλαματιανά, κλέφτικα, θρησκευτικά κτλ.). Πολλά τα ακούσματά μας και από τα αμπελοχώραφά μας. Οι δουλευτάδες της γης τραγουδώντας οι ίδιοι λάφραιναν τον κάματό τους ή καθώς ο αέρας έφερνε τραγούδια από άλλα χωράφια ή ήχους φλογέρας με μελωδίες κουδουνισμάτων κοπαδιών δρόσιζαν κάπως το κάμα κι έπαιρναν ανάσες, κουράγιο να βγάλουν τον όργο. Τραγούδια ζυμωμένα με την ιστορία και το χώμα του τόπου μας. Ο τόπος μας ιδρώτας, αίμα, γη… Πολύ συνηθισμένα σ’ όλους τους χώρους δουλειάς και τα μοιρολόγια, αυτή η έκφραση του αβάσταχτου πόνου σ’ ένα χωριό μαυροφορεμένο από τα θύματα της γερμανικής θηριωδίας και του Εμφυλίου. Τραγούδια σιγοτραγουδισμένα, πνιχτά μόνο για τη μοιρολογίστρα ή το πολύ και για τη συντροφιά της. Χαμηλόφωνα τραγουδισμένα και στα σπίτια του χωριού τα μοιρολόγια, κάποτε βέβαια και με ξεσπάσματα. Σημαντικά γεγονότα για ένα χωριό ήταν ο αρραβώνας, ο γάμος και το πανηγύρι. Θυμάμαι πώς λαχταρούσαμε όλα τα παιδιά με τον έρχομό μιας δημοτικής ορχήστρας. «Ήρθαν τα όργανα…» διατρανώναμε. Όλοι οι οργανοπαίχτες ήταν αυτοδίδακτοι με κάποια καλλιτεχνική φλέβα και ταλέντο στο βιολί ή στο κλαρίνο ή σε άλλο όργανο ή στο τραγούδι. Με απούσα την πολιτεία αυτοί κράτησαν ώς έναν βαθμό την παράδοση των τραγουδιών και της μουσικής του τόπου μας και τη διαμόρφωναν όπως οι ίδιοι θεωρούσαν καλύτερα. Αυτοί σημάδεψαν ενπολλοίς και προσδιόρισαν το μουσικό μας αίσθημα με τη μαγεία των οργάνων τους, καθώς με τα παιχνιδίσματά τους απογείωναν μικρούς και μεγάλους, ουσίωναν τη ζωή τους. Οι χωριανοί μας πορευόμενοι με μια γερασμένη μορφή οικονομίας (λίγα απ΄ όλα και τίποτα), μπαϊλντισμένοι, άντρες και γυναίκες, καθώς οι δουλειές όλες περνούσαν από τα χέρια τους από νύχτα σε νύχτα, έβρισκαν τη δύναμη με την ψυχή στο στόμα να συμμετάσχουν σ’ όλα αυτά τα γεγονότα. Τραγουδούσαν και χόρευαν ακούραστα, κεφάτα και τελετουργικά, λες και η κούραση δεν τους καταπόνησε. Κι εμείς, τα παιδιά, ρουφούσαμε κάθε ήχο και κίνησή τους, μπαίναμε για τα καλά στο γίγνεσθαι του χωριού, στο κλίμα του, εγκλιματιζόμασταν και κοινωνικοποιούμασταν. Κάθε τραγούδι που μαθαίναμε πιστεύαμε ότι είναι καταδικό μας, επιτυχία μας, ακριβό φυλαχτάρι, ιερό κειμήλιο.

Ηχούν ακόμη στα αφτιά μας τα χορωδιακά πασχαλιάτικα τραγούδια στο προαύλιο της εκκλησίας μας με τον «Μήλιο τον πραματευτή», «Όλες οι νύφες στο χορό κι όλες οι μαυρομάτες» κτλ. Τραγούδια μελωδικά που γέμιζαν την ατμόσφαιρα και τις ψυχές μας. Όλες αυτές οι μοναδικές για μας στιγμές διασκέδασης, εξάλλου δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα, δεν ξέρω αν ήταν χαρά, απόλαυση ή ευτυχία. Το βέβαιο, ανακεφαλαιώνοντας, είναι ότι τα ακούσματα του δημοτικού τραγουδιού, αυτού του βασικού μας πολιτιστικού αγαθού, όχι μόνο μας ταξίδευαν στην ιστορία, όχι μόνο μας γλύκαιναν και πλούτιζαν τη ζωή μας, αλλά μας έδεσαν μ’ αυτό, καθόρισαν το μουσικό μας αίσθημα και σφράγισαν τις καρδιές μας. Έχοντας, λοιπόν, μέσα μου αυτό το υπόστρωμα του δημοτικού τραγουδιού, ένιωσα υποχρέωσή μου ν’ αρχίσω την καταγραφή των τραγουδιών. Αφόρμηση και κύρια πηγή γι’ αυτήν η μάνα μου και ο πατέρας μου, δεδομένου ότι ήξεραν πολλά τραγούδια, ενώ εγώ άλλα ήξερα, άλλα μισοήξερα και πάρα πολλά μού ήταν τελείως άγνωστα. Σ’ αυτήν, βέβαια, την καταγραφή, εκτός από το στενό και ευρύτερο οικογενειακό μου περιβάλλον, συνέβαλαν με ποικίλους τρόπους συγγενείς, γείτονες και πολλοί χωριανοί και χωριανές μου. Τους ευχαριστώ όλους από καρδιάς. Και επειδή το έργα αυτό είναι εράνισμα πολλών χωριανών μου, δόθηκε ό τίτλος « ΚΟΣΜΑΤΙ, τα τραγούδια του χωριού μας». Επισημαίνεται ότι προσέφυγα και σε ορισμένα βιβλία δημοτικών τραγουδιών Γρεβενιωτών και μη, τα οποία με βοήθησαν στην επίλυση κάποιων προβλημάτων, αν και αυτά δεν τελειώνουν ποτέ. Αναφέρω παρεμπιπτόντως ότι η παλιότερη έκδοση δημοτικών τραγουδιών των Γρεβενών που βρήκα εγώ είναι του Αλέκου Ζγώνη  και του Αθανασίου Ράχου, έτους 1938. Η αρχική υποχρέωση καταγραφής έγινε σε μένα με τον καιρό ανάγκη, ένα χρέος για την έκδοση του βιβλίου αυτού σαν οφειλή, σαν αντίδωρο, σαν αντιχάρισμα στο χωριό που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Κυρίες και κύριοι Όσα είχα να πω τα γράφω στο βιβλίο μου. Όσοι έχουν χρόνο και υπομονή να το διαβάσουν θα βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Εγώ προσωπικά, όσο σκέφτομαι το περιεχόμενο του βιβλίου τόσο περισσότερο διαπιστώνω ότι το βιβλίο αποπνέει μια νοσταλγία έντονη, που δεν ήταν βέβαια στις προθέσεις μου, μου βγαίνει μια νοσταλγία για ένα χωριό αλλιώτικο από το σημερινό. Σας ευχαριστώ πολύ.


Αλέκος Πολύζος





Pages